
Περίληψη
Κάθε φορά που μετανιώνουμε για κάτι στη ζωή μας, στην ουσία μετανιώνουμε που δεν είμαστε κάποιος άλλος. Ο λόγος είναι ότι για κάθε μας λανθασμένη κίνηση ή παράλειψη ευθύνονται σε τελευταία ανάλυση πολύ βασικές πεποιθήσεις για τον εαυτό μας, τόσο βασικές που ισοδυναμούν με την ίδια την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας. Στο παρακάτω άρθρο παρατίθεται ένα παράδειγμα που το δείχνει αυτό.
Κυρίως άρθρο
Ακούγεται αστείο το να λέει κάποιος ότι το μόνο για το οποίο μετανιώνει στη ζωή του είναι που δεν είναι κάποιος άλλος, ωστόσο αυτή η φράση έχει μία μεγάλη δόση αλήθειας μέσα της καθώς ισχύει λίγο – πολύ για όλους μας.
Στην πραγματικότητα, όποτε μετανιώνουμε για κάτι στη ζωή μας, μετανιώνουμε που δεν είμαστε κάποιος άλλος, απλά δεν το συνειδητοποιούμε.
Κάθε φορά που λέμε «θα έπρεπε να είχα κάνει εκείνο» ή «δεν θα έπρεπε να είχα κάνει το άλλο», στην ουσία τι λέμε; Λέμε ότι δεν μας αρέσει ο εαυτός μας που φέρθηκε με τον συγκεκριμένο τρόπο, θα έπρεπε να ήμασταν εκείνος που θα φερόταν με τον άλλον τρόπο.
Ασφαλώς θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «και είναι ανάγκη να ήμουν κάποιος άλλος απλά και μόνο για να είχα φερθεί διαφορετικά σε μία περίπτωση;». Η απάντηση παρ’ όλο που εκ πρώτης όψεως φαίνεται υπερβολική, είναι ναι.
Χρειάζεται να κατανοήσουμε ότι κάθε μας πράξη ή παράλειψη προκύπτει από το σύνολο της προσωπικότητάς μας και ότι οι παράγοντες που μας οδηγούν στις διάφορες συμπεριφορές μας, δεν είναι τόσο λίγοι και απλοί όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως.
Λέει για παράδειγμα κάποιος ή κάποια, δεν έπρεπε να είχα κάνει αυτή τη σχέση ή έπρεπε να είχα χωρίσει από τον πρώτο καιρό. Εκ πρώτης όψεως φαίνεται λογικό και απλό. Αν είχε δείγματα ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο ήταν ακατάλληλο για να κάνει μία αρμονική σχέση μαζί του, θα μπορούσε να το είχε απορρίψει ή αν τα αρνητικά δείγματα εμφανίστηκαν αργότερα, να διακόψει σύντομα τη σχέση μαζί του. Επομένως, το πιο εύκολο συμπέρασμα που βγαίνει (και που βγάζει ενδεχομένως κι ο ίδιος για τον εαυτό του) είναι ότι ήταν απρόσεκτος ή όχι αρκετά δυνατός και αποφασιστικός.
Όμως δεν είναι καθόλου έτσι απλά τα πράγματα. Αν μπορούσε στ’ αλήθεια να αποφύγει μία ψυχοφθόρο σχέση, θα το είχε κάνει. Στην πραγματικότητα υπήρχαν ένα σωρό παράγοντες που σχετίζονται με ολόκληρη την ιστορία και την προσωπικότητα αυτού του ανθρώπου που τον οδήγησαν σ’ αυτή τη συμπεριφορά και τα οποία δεν του άφηναν περιθώρια να κάνει κάτι καλύτερο.
Μπορεί ας πούμε να έβλεπε ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο είναι μάλλον ακατάλληλο για να κάνει σχέση μαζί του και παρ’ όλ’ αυτά να πίστεψε ότι στην πορεία τα πράγματα θα αλλάξουν ή να θεώρησε ότι η εκτίμησή του είναι υπερβολική και άρα εσφαλμένη. Με άλλα λόγια, κατά κάποιο τρόπο μπορεί να θόλωσε η κρίση του. Είναι πιθανό επίσης να έκρινε αρκετά καθαρά, αλλά να μην έβρισκε τη δύναμη να αντισταθεί στη σύναψη μιας σχέσης με εκείνο το πρόσωπο ή τη δύναμη να προβεί στην διάλυσή της.
Όμως το θέμα πάει πιο βαθιά. Γιατί θόλωσε η κρίση του ή γιατί δεν έβρισκε τη δύναμη να κάνει αυτό που μια φωνή του έλεγε μέσα του (ή ενδεχομένως και φιλικά του πρόσωπα) ότι είναι το σωστό; Κάτι τον εμπόδιζε κι αυτό ήταν λ.χ. ο φόβος του πόνου του να μείνει μόνος. Αυτός ο φόβος του θόλωσε την κρίση (συχνά συμβαίνει, προκειμένου να αποφύγουμε αυτό που φοβόμαστε, το μυαλό μας να εθελοτυφλεί μπροστά στην αλήθεια). Επίσης ο φόβος του πόνου της μοναξιάς υπερίσχυσε του πόνου μίας κακής ποιοτικά σχέσης.
Αλλά το ζήτημα πάει ακόμα πιο βαθιά. Γιατί ο φόβος του να μείνει μόνος αυτός ο άνθρωπος, ήταν τόσο μεγάλος που να θολώσει την κρίση του ή που να υπερίσχυσε του πόνου μιας κακής σχέσης; Αυτό έχει να κάνει με ένα σωρό εμπειρίες από την παιδική του ηλικία κυρίως, που τον έπεισαν ότι δεν έχει αρκετή αξία ή δεν έχει τη δύναμη να μείνει μόνος (άρα δεν έχει την πολυτέλεια να απορρίπτει ή να διαλύει σχέσεις ούτε να είναι επιλεκτικός)• ή ότι μία σχέση πολύ στενή και οικεία είναι πηγή ψυχικής ταραχής και δυσφορίας καθώς μέσα στις πρώτες τέτοιου τύπου σχέσεις της ζωής του (μέσα στην οικογένεια) ένιωσε ανελεύθερος, αδύναμος, μη αποδεκτός κ.λπ.. Σ’ αυτή την περίπτωση είναι επόμενο να κρατάει υποσυνείδητα τον εαυτό του μακριά από τέτοιες σχέσεις σχετιζόμενος με ακατάλληλα άτομα που δεν αφήνουν περιθώρια σε μία σχέση να βαθύνει και να γίνει πολύ οικεία και στενή.
Βλέπουμε δηλαδή ότι τελικά την κίνηση αυτού του ανθρώπου καθόρισαν πεποιθήσεις πολύ βασικές γύρω από τον εαυτό του και τον κόσμο• πεποιθήσεις που διαμορφώνουν μία ολόκληρη προσωπικότητα και που αποκτήθηκαν μέσα από όλη του την ιστορία, με πιο καθοριστική αυτή της παιδικής του ηλικίας. Δεν είναι λοιπόν τόσο απλό το να είχαμε φερθεί με τρόπο διαφορετικό απ’ αυτόν με τον οποίο φερθήκαμε ή να ενεργούμε διαφορετικά απ’ ό,τι συνηθίζουμε. Θα χρειαζόταν ένα διαφορετικό σύμπλεγμα πεποιθήσεων για τον εαυτό και τον κόσμο (και ουσιαστικά των πεποιθήσεων για τον εαυτό γιατί αυτές επιδρούν στην αντίληψη που έχουμε για τον κόσμο).
Ασφαλώς δεν είναι ανάγκη να αλλάξει η προσωπικότητά μας αναφορικά με τα περιφερειακά μας στοιχεία (αυτά που φαίνονται προς τα έξω) αλλά είναι απαραίτητο να αλλάξει ριζικά ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας, από το «δεν είμαι εντάξει όπως είμαι/ δεν έκανα το καλύτερο που μπορούσα» σε «είμαι εντάξει όπως είμαι/ έκανα το καλύτερο που μπορούσα με βάση τις δυνατότητές μου και τα εμπόδια (κυρίως εσωτερικά, ψυχολογικά) που συνάντησα».
© 2014 Βασίλης Γιαννακόπουλος Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας