Τι ορίζεται ως ελευθερία
Με απλά λόγια, ως ελευθερία ορίζεται η κατάσταση κατά την οποία κάποιος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, χωρίς περιορισμούς.
Η συνήθης έννοια της ελευθερίας αναφέρεται στην απουσία εξωτερικών περιορισμών.
Δηλαδή σύμφωνα με την επικρατούσα αντίληψη, απ’ τη στιγμή που κανένας ή τίποτα απ’ το περιβάλλον δεν μας εμποδίζει να κάνουμε κάτι που θέλουμε, είμαστε ελεύθεροι.
Ωστόσο αυτός είναι ο ορισμός της «εξωτερικής» ελευθερίας. Στις μέρες μας και σε δημοκρατικές, εύπορες κοινωνίες η εξωτερική ελευθερία είναι σε μεγάλο βαθμό ο κανόνας και σπάνια ένας ψυχοθεραπευτής, ψυχίατρος ή ψυχολόγος αντιμετωπίζει τέτοιες περιπτώσεις. Αντίθετα αυτό που στην ψυχοθεραπεία ή στο life coaching εμφανίζεται συχνά ως πρόβλημα προς επίλυση είναι μία σκλαβιά που είναι ύπουλη, αφανής και εσωτερική. Η σκλαβιά αυτή οφείλεται σε εμπόδια που βρίσκονται μέσα μας τα οποία αν δεν αρθούν, θα είναι αδύνατο να νιώσουμε αληθινά και πλήρως ελεύθεροι.
Ας δούμε μερικά σχετικά παραδείγματα
Έστω ότι κανένας εξωτερικός παράγοντας (οικονομικός, αδυναμίας εύρεσης, κάποιος άνθρωπος κ.λπ.) δεν μας εμποδίζει να φάμε π.χ. ένα γλυκό το οποίο επιθυμούμε. Όμως παρ’ όλ’ αυτά ενδέχεται να εμποδιζόμαστε απ’ το να το φάμε, επειδή θέλουμε να χάσουμε (ή δεν θέλουμε να πάρουμε) βάρος για λόγους αισθητικής και υγιεινής.
Σ’ αυτήν την περίπτωση είμαστε ελεύθεροι ως προς το να φάμε το γλυκό; Εκ πρώτης όψεως και σ’ ένα επιφανειακό επίπεδο ναι. Όμως αν κοιτάξουμε πιο προσεκτικά, θα δούμε ότι σ’ ένα βαθύτερο επίπεδο η ίδια μας η επιθυμία για κομψότητα και υγεία που βρίσκεται μέσα μας μας εμποδίζει και γι αυτό και δεν είμαστε και δεν νιώθουμε καθόλου ελεύθεροι να φάμε ό,τι θέλουμε.
Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα, είναι ενδιαφέρον να δούμε ότι η ελευθερία κατ’ ουσίαν είναι πάντα εσωτερικό ζήτημα και όχι εξωτερικό.
Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση όπου νιώθουμε να καταπιεζόμαστε και να περιοριζόμαστε από κάποιον άλλον που μας ζητάει επίμονα ή και μας επιβάλλει να κάνουμε κάτι που δεν θέλουμε ή να σταματήσουμε να κάνουμε κάτι που θέλουμε. Είναι κάτι που συμβαίνει πολύ συχνά σε σχέσεις γονέων – παιδιών, ερωτικών συντρόφων, προϊσταμένου – υφισταμένου στη δουλειά κ.λπ..
Αισθανόμαστε τότε ότι ένας εξωτερικός παράγοντας (ο άλλος άνθρωπος) μας περιορίζει, μας καταπιέζει κ.λπ., όμως στην πραγματικότητα αυτό που μας περιορίζει και που μας καταπιέζει είναι ένα εσωτερικό στοιχείο: πρόκειται για την ενοχή, για τον φόβο της απόρριψης ή και του αποχωρισμού από τον άλλον, το φόβο απώλειας μίας δουλειάς ή οποιουδήποτε προνομίου κ.λπ.. Στην πραγματικότητα αυτά τα στοιχεία είναι που μας σκλαβώνουν και μας αναγκάζουν να κάνουμε κάτι που δεν θέλουμε και όχι οι άλλοι.
Αυτό είναι καλό, διότι σημαίνει ότι η ελευθερία μας δεν είναι στα χέρια των άλλων αλλά στα δικά μας αφού τα στοιχεία που μας σκλαβώνουν μπορούμε να τα ξεπεράσουμε με προσωπική δουλειά και ψυχοθεραπεία.
Ακόμα και στην ακραία περίπτωση που κάποιος μας απειλεί ότι θα μας σκοτώσει αν δεν κάνουμε αυτό που θέλει, είμαστε ελεύθεροι να του πούμε όχι. Κατ’ ουσίαν είναι ο φόβος του θανάτου που μας αναγκάζει να τον υπακούσουμε και όχι αυτός καθ’ αυτός ο άνθρωπος.
Σε εσχάτη ανάλυση, ακόμα κι αν είμαστε αντικειμενικά, σωματικά περιορισμένοι να κάνουμε κάτι που θέλουμε όπως π.χ. να πάμε ένα ταξίδι ενόσω εκτίουμε μία ποινή στη φυλακή, πάλι κατ’ ουσίαν η απουσία ή η παρουσία ελευθερίας είναι εσωτερική υπόθεση. Γιατί; Διότι είναι η επιμονή της επιθυμίας μας για ταξίδι ενώ αυτό είναι ανέφικτο πρακτικά που μας προκαλεί την κατάσταση και την αίσθηση της ανελευθερίας και όχι από μόνος του ο σωματικός περιορισμός. Ας θυμηθούμε ότι ελευθερία υπάρχει αν μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε και αντίθετα σκλαβιά όταν δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι που θέλουμε. Αν λοιπόν μια ανέφικτη επιθυμία υποχωρήσει, τότε απούσης αυτής της επιθυμίας, η ελευθερία αποκαθίσταται.
Με άλλα λόγια όπως φαίνεται από τα παραπάνω παραδείγματα, η ελευθερία είναι ή δεν είναι παρούσα ανάλογα με το κατά πόσον ένα μέρος εσωτερικό δικό μας εμποδίζει, καταπιέζει το άλλο και εντέλει συγκρούεται μ’ αυτό: Μία επιθυμία μας εμποδίζει μία άλλη (π.χ. η επιθυμία για κομψότητα και υγεία εμποδίζει την επιθυμία για γλυκό και το αντίστροφο)· ένας φόβος μας καταπιέζει μία επιθυμία μας (π.χ. ο φόβος της απόρριψης καταπιέζει την επιθυμία να κάνουμε αυτό που μας έρχεται)· μία επιθυμία μας συγκρούεται με την αντίληψη της πραγματικότητας (π.χ. η επιθυμία μας να πάμε ένα ταξίδι συγκρούεται με τη γνώση μας ότι αυτό είναι πρακτικά ανέφικτο).
Επομένως για να έρθει η αληθινή ελευθερία, χρειάζεται να απαλλαγούμε απ’ αυτές τις εσωτερικές συγκρούσεις, δηλαδή να ολοκληρωθούμε ως άνθρωποι.
Για παράδειγμα, αν η επιθυμία μας να είμαστε υγιείς και κομψοί κρίνουμε ότι είναι πιο συμφέρον για μας να εκπληρωθεί από την επιθυμία της ηδονής από τη βρώση ενός γλυκού, τότε η δεύτερη να υποχωρήσει πλήρως έτσι ώστε να μην αισθανόμαστε περιορισμό. Ή και το αντίστροφο: Αν η επιθυμία για ηδονή από τη βρώση του γλυκού κρίνουμε ότι είναι πιο συμφέρον να εκπληρωθεί από την επιθυμία για υγεία και κομψότητα, τότε να υποχωρήσει η δεύτερη και να φάμε το γλυκό ανεμπόδιστα, ελεύθερα.
Ή αν η επιθυμία μας να κάνουμε κάτι κρίνουμε ότι είναι πιο συμφέρον να εκπληρωθεί από την επιθυμία για αποδοχή ενός προσώπου στο οποίο δεν αρέσει αυτό το κάτι, τότε η δεύτερη να υποχωρήσει πλήρως ώστε να κάνουμε αυτό που μας έρχεται άνετα και χωρίς αναστολές. Ή και το αντίστροφο: αν επιθυμία μας για αποδοχή ενός προσώπου κρίνουμε ότι είναι περισσότερο συμφέρον να εκπληρωθεί από την επιθυμία μας να κάνουμε αυτό που μας αρέσει, τότε να υποχωρήσει η δεύτερη και πάλι να νιώθουμε ελεύθεροι, παρ’ όλο που προσαρμόζουμε τη συμπεριφορά μας στο αίτημα αυτού του προσώπου (να κάνουμε δηλαδή αυτή την προσαρμογή με όλη μας την καρδιά, χωρίς δεύτερες σκέψεις και γκρίνια).
Για να επιτευχθεί αυτή η ολοκλήρωση και άρα η πραγματική ελευθερία εκ των έσω, είναι απαραίτητο να δούμε γιατί επιμένουν κάποιες επιθυμίες μας παρά το γεγονός ότι η εκπλήρωσή τους κρίνεται ως ασύμφορη ή ανέφικτη. Ο λόγος είναι ότι η μη εκπλήρωση κάποιας επιθυμίας μας εκλαμβάνεται εσφαλμένα ως απόδειξη ότι εμείς δεν είμαστε εντάξει όπως είμαστε ή με άλλα λόγια ότι δεν κάναμε το καλύτερο που μπορούσαμε. Αυτή η πεποίθηση προκαλεί βαθύ ψυχικό πόνο και αυτός ο πόνος εμποδίζει τη μη συμφέρουσα ή ανέφικτη επιθυμία να υποχωρήσει. (Περισσότερα γι αυτήν την πεποίθηση σε άρθρα και βίντεο που θα βρείτε σ’ αυτό το site).
Είναι λοιπόν απαραίτητο να αποκαλυφθεί και να εξουδετερωθεί η πεποίθηση «δεν είμαι εντάξει όπως είμαι / δεν έκανα το καλύτερο που μπορούσα» για να έρθει η ολοκλήρωση και ως εκ τούτου η αληθινή ελευθερία.