Η διπολική διαταραχή (παλαιότερος όρος μανιοκατάθλιψη) είναι μία ψυχική διαταραχή η οποία στην τυπική της μορφή χαρακτηρίζεται από χρονικές περιόδους (επεισόδια) μανίας και χρονικές περιόδους κατάθλιψης. Ωστόσο η παρουσία επεισοδίων μανίας και μόνο, αρκεί για να μπει η διάγνωση «διπολική» διαταραχή.
Επίσης για να μπει η διάγνωση της διπολικής διαταραχής τα επεισόδια που έχουν μανιακά συμπτώματα δεν είναι ανάγκη να είναι αμιγώς μανιακά, δηλαδή μπορεί να συνίστανται σε χρονικές περιόδους όπου συμπτώματα μανίας εναλλάσσονται ταχέως με συμπτώματα κατάθλιψης οπότε ονομάζονται μικτά.
Τα κριτήρια για να κριθεί ένα επεισόδιο ως «μανιακό» είναι τα εξής:
Μία διακριτή περίοδος με διάρκεια τουλάχιστον 1 εβδομάδα (ή με οποιαδήποτε διάρκεια αν είναι απαραίτητη η νοσηλεία) κατά την οποία το άτομο είχε παθολογικά και επίμονα ανεβασμένη διάθεση με πολλή, αδικαιολόγητη χαρά και ευθυμία και υπερβολική διαχυτικότητα (ευφορική μανία) ή παθολογικά και επίμονα ευερέθιστη διάθεση με πολύ, αδικαιολόγητο θυμό και επιθετικότητα (δυσφορική μανία). Η εναλλαγή μεταξύ αυτών των δύο μορφών μανίας δεν αποκλείεται και δεν χαρακτηρίζει το επεισόδιο μικτό, αλλά παραμένει αμιγώς μανιακό εφ’ όσον δεν υπάρχουν συμπτώματα κατάθλιψης.
Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου διαταραχής της διάθεσης θα πρέπει να είναι παρόντα τρία από τα παρακάτω συμπτώματα (τέσσερα αν η διάθεση είναι μόνο ευερέθιστη):
– Διογκωμένη αυτοεκτίμηση ή αίσθημα μεγαλείου. Π.χ. το άτομο πιστεύει ότι είναι ιδιαίτερα όμορφο, ελκυστικό, έξυπνο, σημαντικό, έχει πετύχει σπουδαία επιτεύγματα κ.λπ..
– Ελαττωμένη ανάγκη για ύπνο. Το άτομο κοιμάται λίγο, π.χ. 3 ώρες, αλλά σε αντίθεση με τη διαταραχή της αϋπνίας, νοιώθει ξεκούραστο και γεμάτο ενέργεια.
– Υπερβολική ομιλητικότητα, φλυαρία, λογοδιάρροια, το άτομο δυσκολεύεται ή αδυνατεί να μείνει σιωπηλό.
– Χαλαρός συνειρμός μεταξύ των ιδεών που εκφράζει το άτομο, δηλαδή ξεκινάει να μιλάει για ένα θέμα, στη μέση παρεκκλίνει, μιλάει για κάτι άλλο, μετά το παρατάει κι αυτό και πετάγεται σε τρίτο κ.ο.κ. με αποτέλεσμα να είναι αδύνατο ή πολύ δύσκολο για τον ακροατή να παρακολουθήσει το περιεχόμενο των λόγων του. Το ίδιο το άτομο πολλές φορές έχει την αίσθηση ότι οι σκέψεις του καλπάζουν.
– Διάσπαση προσοχής, δηλαδή η προσοχή του ατόμου διασπάται πολύ εύκολα από ασήμαντα ή άσχετα εξωτερικά ερεθίσματα.
– Αύξηση της κινητικότητας γενικά, και της δραστηριότητας του ατόμου ειδικά σε διάφορους τομείς όπως κοινωνικό, εργασιακό, εκπαιδευτικό, ερωτικό. Αυτή η αύξηση της δραστηριότητας μπορεί να μην έχει κάποιο θετικό αποτέλεσμα καθώς μπορεί να είναι χαοτική, όμως δεν αποκλείεται να φέρει και πραγματικά δημιουργικά αποτελέσματα.
– Υπερβολική εμπλοκή σε ευχάριστες δραστηριότητες με χαρακτηριστικό την παρορμητικότητα και την αβλεψία έτσι ώστε το άτομο να εκτίθεται με μεγάλη πιθανότητα σε οδυνηρές συνέπειες (π.χ. το άτομο ασύστολα ξοδεύει ή χαρίζει ή επενδύει ή παίζει σε τυχερά παιχνίδια χρήματα, προβαίνει σε αδιακρισίες, εκμυστηρεύεται ευαίσθητες πληροφορίες σε ακατάλληλα άτομα κ.λπ.).
Αν όλα τα παραπάνω ισχύουν τα ίδια αλλά με την διαφορά ότι κρατούν τουλάχιστον 4 ημέρες αντί για 1 εβδομάδα και δεν είναι αρκετά σοβαρά ώστε να προκαλέσουν έντονη έκπτωση στην κοινωνική ή επαγγελματική λειτουργικότητα του ατόμου ή να οδηγήσουν σε νοσηλεία και αν δεν συνοδεύονται από ψυχωτικά στοιχεία, τότε το επεισόδιο χαρακτηρίζεται ως «υπομανιακό».