
Περίληψη
Σε μία σωματική ασθένεια η ανακούφιση συνίσταται στην αντιμετώπιση μόνο των συμπτωμάτων της ασθένειας π.χ. του πόνου, του πυρετού, της διάρροιας κ.λπ. και όχι της αιτίας που οδήγησε στο σύμπτωμα. Το ίδιο ισχύει και αναφορικά με τις ψυχικές διαταραχές. Υπάρχουν ανακουφιστικές πρακτικές όπως τα ψυχοφάρμακα και ως ένα βαθμό κάποιες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις και η αληθινή ψυχοθεραπεία που εξουδετερώνει τις βαθύτερες αιτίες του ψυχικού προβλήματος.
Κυρίως άρθρο
Συχνά οι άνθρωποι θεωρούμε πως η ανακούφιση από κάποια δυσάρεστα συμπτώματα είναι το ίδιο πράγμα με τη θεραπεία, γιατί και τα δύο σ’ ένα επιφανειακό επίπεδο έχουν παρόμοιο αποτέλεσμα.
Γενικά (όχι μόνο στο ψυχικό επίπεδο), αληθινή θεραπεία είναι εκείνη που οδηγεί στην εκρίζωση του βαθύτερου αιτίου ενός συμπτώματος και ανακούφιση είναι εκείνη που οδηγεί μόνο στην ελάττωση της έντασης του συμπτώματος, χωρίς όμως να επηρεάζει το αίτιό του. Ανάμεσα στην αληθινή θεραπεία και την ανακούφιση υπάρχουν διάφορες διαβαθμίσεις.
Ας πούμε για παράδειγμα ότι κάποιος υποφέρει από πόνους στις αρθρώσεις του λόγω ρευματοειδούς αρθρίτιδας, μίας φλεγμονής των αρθρώσεων που οφείλεται στο ότι το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενούς επιτίθεται εναντίον των ίδιων του των αρθρώσεων.
Αν πάρει μορφίνη για να γλυτώσει από τους πόνους, θα έχει καταφύγει σε μία καθαρά ανακουφιστική παρέμβαση, διότι δεν επηρεάζει καθόλου την ασθένειά του ως αιτία των πόνων του.
Αν πάρει κάποιο αντιφλεγμονώδες φάρμακο, θα αντιμετωπίσει το πρόβλημά του σ’ ένα πιο βαθύ επίπεδο, διότι θα αντιμετωπίσει τη φλεγμονή της άρθρωσης που είναι η άμεση αιτία του πόνου. Όμως και πάλι δεν θα έχει πετύχει πραγματική θεραπεία, διότι κι η φλεγμονή με τη σειρά της έχει την δική της αιτία που είναι ότι το ανοσοποιητικό σύστημα του ατόμου στρέφεται εναντίον των ίδιων του των αρθρώσεων.
Αν ο ασθενής πάρει ένα ανοσοκατασταλτικό φάρμακο (φάρμακο που καταστέλλει τη δράση του ανοσοποιητικού συστήματος), θα αντιμετωπίσει το πρόβλημά του σε ακόμα βαθύτερο επίπεδο. Ακόμα κι έτσι όμως, δεν θα έχει πετύχει ριζική θεραπεία, αφού δεν θα έχει ακυρώσει την αιτία που το ανοσοποιητικό του σύστημα στρέφεται εναντίον των ίδιων του των αρθρώσεων.
Μέχρι να βρεθεί και να αντιμετωπιστεί αυτή η αιτία, δεν μπορούμε να μιλάμε για πραγματική, αληθινή θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
Ας δούμε ένα άλλο παράδειγμα όπου κάποιος υποφέρει από πόνο στο αυτί του επειδή έχει μία μόλυνση. Αν πάρει μορφίνη, αντιμετωπίζει μόνο τον πόνο, ακολουθεί μία καθαρά ανακουφιστική πρακτική.
Αν πάρει αντιφλεγμονώδες, πάει πιο βαθιά, αντιμετωπίζει την άμεση αιτία του πόνου, την φλεγμονή, όχι όμως την αιτία της φλεγμονής.
Αν πάρει αντιβιοτικό, τότε αντιμετωπίζει την αιτία της φλεγμονής, το μικρόβιο που είναι και η βαθύτερη αιτία του προβλήματός του, και έτσι πετυχαίνει μία ριζική, αληθινή θεραπεία της ασθένειάς του.
Μπορούμε κατ’ αναλογία να πούμε ότι τα ίδια ισχύουν και για τις ψυχικές διαταραχές και εν γένει για κάθε κατάσταση όπου απουσιάζει η ψυχική υγεία. Υπάρχουν προσεγγίσεις από καθαρά ανακουφιστικές μέχρι βαθιά και αληθινά ψυχοθεραπευτικές.
Τα ψυχοφάρμακα είναι από ανακουφιστικά όπως π.χ. οι βενζοδιαζεπίνες (Tavor, Lexotanil, Valium κ.λπ.) για το άγχος) μέχρι επιφανειακά θεραπευτικά· αντιμετωπίζουν το άμεσο αίτιο του συμπτώματος, μία δυσλειτουργία σε επίπεδο λειτουργίας των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου, όπως τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα αντιμετωπίζουν το άμεσο αίτιο του πόνου, στη ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Η ψυχοθεραπεία συνήθως φτάνει σε πιο βαθιά επίπεδα αιτιολογίας των ψυχικών συμπτωμάτων. Κι εδώ όμως υπάρχουν ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις επιφανειακές, περισσότερο κοντά στο άκρο της ανακούφισης, και ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις που πάνε πιο βαθιά, ακόμα και μέχρι την ρίζα της ρίζας, οπότε μιλάμε για πραγματική, αληθινή ψυχοθεραπεία.
Από το κατά πόσον μία ψυχοθεραπευτική μέθοδος ή για να είμαστε πιο ακριβείς ένας ψυχοθεραπευτής που κάνει χρήση ψυχοθεραπευτικής μεθόδου, αποσκοπεί περισσότερο σε μία ανακούφιση από τον ψυχικό πόνο ή στην εκρίζωση της βαθύτερης αιτίας του, μπορούμε να μιλάμε αντίστοιχα και για το κατά πόσον αυτό που παρέχεται είναι περισσότερο ψυχική ανακούφιση ή αληθινή ψυχοθεραπεία.
Για παράδειγμα, το να ακούσει κάποιος τον πόνο του άλλου, αυτό από μόνο του είναι ανακουφιστικό, όχι όμως ψυχοθεραπευτικό. (Πολλοί λένε ότι η καλύτερη ψυχοθεραπεία, είναι το να έχεις καλούς φίλους. Όμως ακόμα και οι καλύτεροι και με τις πιο αγαθές προθέσεις φίλοι τις περισσότερες φορές παρέχουν ψυχική ανακούφιση, όχι ψυχική θεραπεία). Το να πει κάποιος σ’ αυτόν που υποφέρει ψυχικά, δυο καλά λόγια ή να τον παρηγορήσει, πάει λίγο πιο βαθιά, αλλά και πάλι παρέχει κυρίως ανακούφιση, όχι θεραπεία.
Το να τον βοηθήσει να αναλύσει μέχρι ενός σημείου το γιατί νοιώθει δυσάρεστα ή συμπεριφέρεται δυσλειτουργικά, να του κάνει μία έξυπνη παρατήρηση, να του δώσει μία συμβουλή, αυτό κάπως αρχίζει να ξεφεύγει από την καθαρή ανακούφιση και να πηγαίνει προς την θεραπεία, αλλά ακόμα δεν είναι αληθινή ψυχοθεραπεία.
Διότι παρέχει μεν την πολύ ανακουφιστική αίσθηση ελέγχου ότι τώρα ξέρει (ή νομίζει ότι ξέρει) τον λόγο για τον οποίο έχει ένα πρόβλημα ψυχολογικής φύσης, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι βρήκε την βαθύτερη αιτία ούτε ότι κατάφερε κιόλας να άρει την αιτία που βρήκε. (Δυστυχώς δεν ισχύει ότι αρκεί να καταλάβουμε τις αιτίες των ψυχολογικών μας προβλημάτων για να αρθούν αυτές οι αιτίες και να βελτιωθούν τα προβλήματά μας).
Μία προσέγγιση που ανακαλύπτει όχι απλά κάποιες αιτίες, αλλά τις αιτίες των αιτιών, τις βαθύτατες αιτίες που νοιώθουμε άσχημα ή ακολουθούμε δυσλειτουργικές συμπεριφορές και που επιπλέον μας προτείνει μία συγκεκριμένη μέθοδο για να ακυρώσουμε αυτές τις αιτίες, αυτή είναι μία αληθινή ψυχοθεραπεία. Για περισσότερα γύρω απ’ αυτό το θέμα μπορείτε να ανατρέξετε στο άρθρο “Ποια είναι η πραγματική αιτία που νοιώθουμε δυσάρεστα συναισθήματα;”